Συνέντευξη στο Επι Σκηνής
AΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΠΟΛΙΤΑΚΗΣ
…ανιχνεύει φέτος την ιερή και την ανίερη διάσταση του «Αρώματος του έρωτα»
Λεπταίσθητος και πολυδιάστατος, ο νεαρός σκηνοθέτης της παράστασης «Το άρωμα του έρωτα» σε κείμενο του Θεοδόση Παπαδημητρόπουλου, γεννήθηκε το 1990 στη Χίο και σπούδασε στο Τμήμα Θεατρικών σπουδών της Σχολής Καλών Τεχνών ΠΑΠΕΛ (κατεύθυνση σκηνοθεσία-υποκριτική). Από 17 χρονών μαθήτευσε πλάι στον Δήμο Αβδελιώδη και δούλεψε μαζί του ως βοηθός σκηνοθέτη. Συνιδρυτής της ΑΜΚΕ Θεάτρου και Τέχνης «Μπλε Ρόδο» που υπήρξε η πρώτη ανεξάρτητη θεατρική ομάδα φοιτητών απ’ το Τμήμα Θεατρικών Σπουδών και δραστηριοποιήθηκε σε πολλές πόλεις της Ελλάδας ανεβάζοντας έργα του κλασσικού και σύγχρονου ρεπερτορίου, μελέτησε παράλληλα διάφορες μεθόδους υποκριτικής και προετοιμασίας του ηθοποιού ( Commedia dell ’ arte , Μέγιερχολντ, Γκροτόφσκι κ.α.). Έχει σκηνοθετήσει τις παραστάσεις: «Υπηρέτης δύο αφεντάδων» του Γκολντόνι, «Γυάλινος κόσμος» του Τεννεσί Ουίλλιαμς, «Το μόνον της ζωής του ταξείδιον» του Γεώργιου Βιζυηνού, «Σεμινάριο βλακείας» του Μάκη Σερέφα. Έχει συμμετάσχει ως ηθοποιός στον «Ηρακλή μαινόμενο» του Αισχύλου (σκην. Desiree Sanchez ) και στην παράσταση «Το μόνον της ζωής του ταξείδιον». Σχεδίασε φωτισμούς για μια σειρά παραστάσεων. Μιλάει στο «Επί Σκηνής» για την παράστασή του και τον τρόπο που αντιλαμβάνεται την τέχνη στους σκοτεινούς καιρούς μας.
Ποια ήταν η πηγή έμπνευσης γι’ αυτή την παράσταση;
Το πρώτο ερέθισμα ήταν το «Άρωμα» του Πάτρικ Ζύσκιντ, ένα από τα σημαντικότερα μυθιστορήματα της γερμανικής λογοτεχνίας στο δεύτερο μισό του 20ου αιώνα. Από κει κράτησε ο Θεοδόσης Παπαδημητρόπουλος το σκελετό της πλοκής. Τα πρόσωπα, η ατμόσφαιρα κι όλη η στάση είναι διαφορετικά και πιο κοντά στο ελληνικό στοιχείο. Πχ. ο Θεοδόσης χρησιμοποίησε στοιχεία από την Αγία Γραφή (και γενικότερα την εκκλησιαστική παράδοση) και την αρχαία Τραγωδία, χωρίζοντας το έργο σε Πρόλογο, Πάροδο, Επεισόδια, Στάσιμα και Έξοδο.
Τι είναι αυτό που την κάνει ξεχωριστή;
Το έργο πια ως έχει, θίγει ένα θεμελιώδες υπαρξιακό ερώτημα: Τι τελικά καθιστά τον καθένα μας ερωτεύσιμο; Η ομορφιά μας, η γενικότερη παρουσία μας, το έργο μας ή κάτι απροσδιόριστο και κρυμμένο βαθιά στην ίδια μας τη βιολογική υπόσταση; Πέρα όμως από τέτοιους προβληματισμούς, μορφολογικά, η παράστασή μας συγχωνεύει στοιχεία από πολλές θεατρικές παραδόσεις. Θα ακούσουμε την ιστορία του υπέρτατου αρώματος, από την πιο βρώμικη (κυριολεκτικά και μεταφορικά) μερίδα της κοινωνίας του Παρισιού - από ένα Χορό ληστών, ζητιάνων, απατεώνων και γυρολόγων που κοιμούνται στους υπονόμους πλάι στα κόπρανα των ποντικών. Μες από το Χορό ξεπηδάνε κι όλα τα πρόσωπα του έργου, καθώς εκείνος λειτουργεί ως αφηγητής, κομπέρ, σχολιαστής, θεατής... κι ιερουργός της δράσης.
Ποιοι είναι οι εσωτερικοί δεσμοί των αρωμάτων με την αφύπνιση των ενστίκτων του φόνου και του έρωτα;
Η όσφρηση είναι η πιο πρωτόγονη αίσθηση, η κοντινότερη στο θηρίο και η πλέον υποτιμημένη στην εποχή της εικόνας· επικοινωνεί με το θυμικό σχεδόν αντανακλαστικά. Η δύναμή της είναι τόσο μεγάλη που μας κουμαντάρει αναπόφευκτα. Συνδέεται με τη μνήμη περισσότερο απ' οποιαδήποτε άλλη αίσθηση. Πόσες φορές δε μυρίσαμε ένα άρωμα της παιδικής μας ηλικίας και νοιώσαμε σα να γυρνούσαμε για λίγο πίσω σ’ εκείνες τις στιγμές; Η επιστήμη έχει αποδείξει ότι ακόμα κι η επιλογή του ερωτικού συντρόφου γίνεται υποσυνείδητα μες από τις οσμές. Τα συναισθήματά μας μυρίζουν. Αυτό το ξέρουν όσοι έχουν κατοικίδια. Ένα σκυλάκι, για παράδειγμα, καταλαβαίνει αν το αφεντικό του είναι χαρούμενο ή λυπημένο, μόνο από τη μυρωδιά του. Έτσι και για τον Μανουέλ, οι ανθρώπινες ψυχές που συναντά είναι διάφανες, γιατί στη δυσωδία που αναδύουν, οσφραίνεται τις αμαρτίες τους. Το δεύτερο χορικό της παράστασης, που ουσιαστικά είναι ένας ύμνος στον κόσμο των οσμών, ξεκινάει με τους εξής στίχους: «Πολλά τα θαύματα που αντικρίζει ο άνθρωπος / μα τίποτα μπρος στις οσμές τους».
Πως λειτουργούν οι ήρωες απέναντι στις προκλήσεις της δραματουργίας;
Το έργο έχει στην πραγματικότητα έναν ήρωα: τον Σωβέ Μανουέλ, έναν άνθρωπο δίχως μυρωδιά, που όμως η μύτη του πιάνει κάθε λεπτή ποιότητα οσμής. Τη δικιά του ιστορία βλέπουμε να παριστάνεται μες απ' την αφήγηση του Χορού. Ο Μανουέλ δραματουργικά είναι σαν ένα «ζυμάρι». Χωρίς δικό του άρωμα δεν έχει και ταυτότητα, καθορίζεται κι εξελίσσεται από κάθε άλλο πρόσωπο που συναντάει στο έργο απ' τη βρεφική του ηλικία ως τη στιγμή που πεθαίνει.
Γιατί είναι ελκυστική η διαστροφή;
Η διαστροφή από μόνη της δεν νομίζω ότι είναι ελκυστική στο θέατρο. Καθίσταται τέτοια, καθώς αποκαλύπτονται οι μηχανισμοί της επί σκηνής. Παρά ταύτα, ο πρωταγωνιστής, σε αντίθεση μάλλον με το μυθιστόρημα του Ζύσκιντ και το ομώνυμο θρίλερ του Τίκβερ, δεν είναι διεστραμμένος, αλλά βαθύτατα απελπισμένος απ' το υπαρξιακό του έλλειμμα.
Τι ρόλο παίζουν οι αισθήσεις στην αντιληπτικότητα μας και στην συναισθηματική μας φόρτιση;
Καταλυτικό! Οι αισθήσεις μας προμηθεύουν παραστάσεις κι η επεξεργασία τους μας οδηγεί στην αντίληψη του Κόσμου. Δίχως αυτές, ούτε θα νοιώθαμε, ούτε θα συν-αισθανόμασταν, δηλαδή δε θ' αντιδρούσαμε ως ψυχικές ενότητες σ’ ό,τι μας συμβαίνει. Ο Χορός στην Πάροδο του έργου μας, παραφράζοντας τον Ηράκλειτο, λέει οσφραινόμενος τον αέρα: «Πρώτα το παν/ ήταν οσμές,/ και τα ρουθούνια/ διάλεγαν.
Ποια είναι τα σχέδια σου για το μέλλον;
Εδώ και καιρό επεξεργάζομαι μιαν ιδέα για τη δημιουργία παράστασης στη γκρεκάνικη γλώσσα, δηλαδή στη διάλεκτο που μιλούν οι ελληνόφωνοι κάτοικοι της Κάτω Ιταλίας. Σκέφτομαι τη συγγραφή ενός κειμένου, με τη βοήθεια κατοίκων της ιταλικής χερσονήσου Σαλέντο, που μιλούν ακόμη τη γλώσσα, με σκοπό ν' ανέβει στην ελληνική σκηνή. Το στοίχημα είναι να στηθεί η παράσταση με τέτοιο τρόπο, ώστε η υπόθεση κι ο λόγος να γίνουν κατανοητά χωρίς υπέρτιτλους.
Πολύ ενδιαφέρον ακούγεται. Εύχομαι καλή επιτυχία σε όλα.
Ευχαριστώ.
Πως αντιλαμβάνεσαι την θεατρική πράξη;
Για μένα προσωπικά το θέατρο είναι μια τελετή. Και γι' αυτό απαιτεί πάντα ένα στυλιζάρισμα. Αυτό ισχύει για όλα τα θεατρικά είδη και ξεχωρίζει τη γιαγιά που λέει παραμύθια στο εγγονάκι της, από έναν παπά που διαβάζει το Ευαγγέλιο, δηλαδή τον ηθοποιό, που χρησιμοποιεί μ' έντεχνο –έξω από το καθημερινό- τρόπο το σώμα και τη φωνή του. Αυτή η σχέση του θεάτρου με το τελετουργικό στοιχείο μας απασχόλησε κατά το στήσιμο της παράστασης και δραματουργικά. Απ' την αρχή η ιδέα ήταν να οργανώσουμε την παράσταση σα μια αναποδογυρισμένη Θεία Λειτουργία, όπου κατά την Έξοδο του Χορού, ο βρόμικος όχλος του Παρισιού σπαράζει τον Μανουέλ, μεταλαμβάνει το σώμα και το αίμα του «εις άφεσιν αμαρτιών». Η σχέση του αρχαίου δράματος με την εκκλησιαστική τελετή είναι γνωστή. Θα σταθώ, ωστόσο, μόνο στο θέμα του Χορού. Στα εγκόλπια των ψαλτών, ο αριστερός και δεξιός ψάλτης αναφέρονται ως Χορός - κάτι σαν κατάλοιπο και κληρονομιά από το αριστερό και δεξί ημιχόριο της αττικής Τραγωδίας.
Με ποιο τρόπο αντιμετωπίζεις το κοινό;
Προσπαθώντας να 'μαι ειλικρινής κι έντιμος σε κάθε νέα προσπάθεια.
Ποια είναι η γνώμη σου για την κρίση και πως ανταπεξέρχεσαι;
Η κρίση, αν και είναι μια δυσάρεστη κατάσταση, αποτελεί κι ευκαιρία γι’ αλλαγή. Το Θέατρο βρίσκεται πάντα «σε κρίση» στην Ελλάδα, γι' αυτό οι επαγγελματίες του χώρου δεν ξαφνιάζονται και πολύ... Ήταν πάντα ο τελευταίος τροχός της αμάξης, όμως κάθε φορά, παρά τις αντιξοότητες, κατάφερναν να σταθούν στα πόδια τους. Ο κόσμος πηγαίνει και θα συνεχίσει να πηγαίνει σε καλές παραστάσεις.